- αιθέρες
- Χαρακτηριστικές οργανικές ενώσεις οι οποίες αποτελούνται από άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο. Οι α. προέρχονται από τις αλκοόλες με την αντικατάσταση ενός ατόμου υδρογόνου με μια αλκυλική ρίζα: R–ΟΗ+R–ΟΗ ↔ R–Ο–R+Η2Ο Μπορεί να είναι απλοί ή σύνθετοι, ανάλογα με το αν οι ρίζες είναι όμοιες ή διαφορετικές. Οι φυσικές ιδιότητες των α. διαφέρουν με τη μεταβολή του μοριακού βάρους. Το πρώτο μέλος της ομόλογης σειράς (ο διμεθυλαιθέρας) είναι αέριο, τα επόμενα είναι υγρά ή στερεά και η πτητικότητά τους ελαττώνεται με την αύξηση του μοριακού βάρους. Πάντως παρουσιάζουν κατά κανόνα σημεία ζέσης χαμηλότερα από εκείνα των αντίστοιχων αλκοολών, μια που δεν παρουσιάζουν φαινόμενα μοριακής συσσωμάτωσης. Οι α. είναι μάλλον χημικά αδρανείς. Ο αιθερικός δεσμός είναι πολύ ανθεκτικός και συνήθως διασπάται με υδροχλωρικό οξύ. Με τα ισχυρά οξέα οι α. σχηματίζουν ενώσεις με ιδιότητες αλατιού, που ονομάζονται άλατα του οξωνίου. Οι α. παρασκευάζονται από τις αλκοόλες με ειδική αφυδάτωση ή κατά έναν πιο γενικό τρόπο που ισχύει και για τους απλούς και για τους σύνθετους α.: με διπλή αντικατάσταση μεταξύ ενός αλκοολικού αλκαλίου και ενός αλκυλαλογονίδιου R–Ο–ΝΑ+R1–CΙ ↔ R–Ο–R1+Νa CΙ (σύνθεση κατά Γουίλιαμσον). Ο διαιθυλαιθέρας (C2Η5–Ο–C2Η5), που λέγεται και θειικός αιθέρας ή απλώς αιθέρας (βλ. λ.), είναι η κυριότερη ένωση της ομάδας των α. Είναι άριστο διαλυτικό των οργανικών ουσιών και χρησιμοποιείται πολύ για την παραλαβή τους από υδατικά διαλύματα, μια που δεν ανακατεύεται με το νερό και δεν διαλύει, κατά κανόνα, τις ανόργανες ενώσεις. Επίσης είναι πολύτιμος και για την πτητικότητά του, που επιτρέπει την απομάκρυνσή του από τα διαλύματά του· έχει όμως το μειονέκτημα οτι είναι εύφλεκτος. Στην ιατρική ο διαιθυλαιθέρας χρησιμοποιείται κυρίως στη χειρουργική αναισθησία επειδή έχει ιδιότητες γενικού αναισθητικού. Ο αιθέρας έχει μεγάλη επίδραση στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Όταν εισπνέεται εντοπίζεται εκεί προκαλώντας στην αρχή μια σύντομη διέγερση στις εγκεφαλικές λειτουργίες και στη συνέχεια μια εξασθένησή τους. Έτσι προκαλεί απώλεια της συνείδησης, αναλγησία, μυϊκό χαλάρωμα και απώλεια αντανακλαστικών. Το μειονέκτημα της αναισθησίας με αιθέρα είναι η συνηθισμένη εμφάνιση εμετού και πνευμονικού οιδήματος κατά την αφύπνιση. Ο κίνδυνος αυτών των επιπλοκών σήμερα έχει μειωθεί πολύ, γιατί τα προαναισθητικά και οι συσκευές με διατάξεις με κλειστό κύκλωμα επιτρέπουν στον αναισθησιολόγο να ελαττώσει όσο είναι δυνατό την ποσότητα του αιθέρα που χρειάζεται για τη γενική αναισθησία του ασθενούς. εσωτερικοί α. Οργανικές χημικές ενώσεις που περιέχουν οξυγόνο, όπως οι α., αλλά σε κλειστή αλυσίδα. Θεωρούνται προϊόντα αφυδάτωσης μεταξύ υδροξυλίων μιας πολυσθενούς αλκοόλης.
Dictionary of Greek. 2013.